Θέμα έρευνας αποτέλεσαν τα μέχρι τώρα χρόνια κρίσης που βιώνουν οι Έλληνες, οι οποίοι κλήθηκαν να απαντήσουν με ειλικρίνεια στα ακόλουθα ερωτήματα:
-Tι πιστεύουν οι Έλληνες;
-Ποιες είναι οι αξιακές, πολιτικές και πολιτισμικές πεποιθήσεις τους έπειτα από πέντε χρόνια κρίσης;
Η έρευνα διεξήχθη για τη «διαΝΕΟσις», από την εταιρεία ερευνών G.P.O, σε συνεργασία με τον καθηγητή συγκριτικής πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Γεράσιμο Μοσχονά και υλοποιήθηκε σε δύο φάσεις:
-Η πρώτη, τον Απρίλιο του 2015, περιλάμβανε τηλεφωνική έρευνα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 2.500 ατόμων από όλη την επικράτεια, ενώ
-η δεύτερη περιλάμβανε μια επαναληπτική τηλεφωνική έρευνα το Νοέμβριο του 2015, ενός μέρους του ερωτηματολογίου -19 από τις 69 ερωτήσεις- σε μικρότερο δείγμα 1.000 ατόμων.
Τα στοιχεία της δείχνουν ότι υπάρχει μια τάση διχασμού στον ελληνικό πληθυσμό και πως οι Έλληνες σήμερα χωρίζονται σε ευκρινή, απόλυτα ξεχωριστά -μα όχι ισοδύναμα- στρατόπεδα, ανάλογα με το τι πιστεύουν για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε πολλές ερωτήσεις της έρευνας για σημαντικά ζητήματα της κοινωνίας -ακόμη και σε αρκετές που έχουν παρεμφερές περιεχόμενο- οι πολίτες έχουν δώσει αντιφατικές απαντήσεις.
Η έρευνα καταγράφει μια κατάσταση βαθιάς αμφιθυμίας ανάμεσα στην παραδοχή της αναγκαιότητας της Ευρώπης και στην παράλληλη άνοδο των αντί-ευρωπαϊκών δυνάμεων που δεν είναι πλειοψηφικές, αλλά έχουν ωστόσο ισχυρά ερείσματα μέσα στην κοινωνία. Πιο αναλυτικά, ένα ποσοστό που αγγίζει το 40% του πληθυσμού αποτελεί την φιλοευρωπαϊκή τάση, έχοντας στον σκληρό πυρήνα του ένα ποσοστό της τάξεως του 17 με 20%, ενώ της ίδιας τάξεως είναι και το ποσοστό των αντιευρωπαϊστών.
Την ίδια ώρα, παρατηρείται διχογνωμία όσον αφορά το ρόλο του κράτους στη λειτουργία της οικονομίας, ενώ μοιρασμένες είναι οι απόψεις τόσο στα ζητήματα της φορολογικής πολιτικής όσο και σε αυτό των ιδιωτικοποιήσεων των οργανισμών και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.
Τι λένε για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Στην πρώτη από τις ερωτήσεις της έρευνας, οι πολίτες ρωτήθηκαν για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τον Απρίλιο, το 69% των ερωτηθέντων απάντησε ότι τη θεωρούν είτε «θετική» είτε «μάλλον θετική», και ένα 31% πως τη βλέπει είτε «αρνητική» είτε «μάλλον αρνητική», ένα αποτέλεσμα λίγο-πολύ αναμενόμενο και συνεπές με τα αποτελέσματα προγενέστερων ερευνών. Το Νοέμβριο τα ποσοστά είχαν αλλάξει σημαντικά, σε 60% και 39% αντίστοιχα. Η γενική τάση, όμως παρέμενε η ίδια, ήπια φιλοευρωπαϊκή.
Όπως αναφέρθηκε, εάν ο βασικός κορμός στήριξης της ευρωπαϊκής πορείας της Ελλάδας αντιπροσωπεύει περίπου το 40% του πληθυσμού, ο πιο σκληρός πυρήνας του ευρωπαϊσμού κινείται σε μια τάξη μεγέθους μεταξύ 17% και 20%. Οι πολίτες αυτοί αξιολογούν θετικά την συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πιστεύουν ότι η Ελλάδα βγήκε ωφελημένη σε ποσοστά πολύ μεγαλύτερα του μέσου όρου. Ο φιλοευρωπαϊσμός της ομάδας αυτής είναι συστηματικά μεγαλύτερος από εκείνον του κεντρικού ευρωπαϊκού κορμού.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στο ερώτημα αν «αντί της συμμετοχής στην ευρωζώνη, τα συμφέροντα της Ελλάδας διασφαλίζονται περισσότερο με μια προνομιακή σχέση με κάποια άλλη χώρα», 71,1% της ομάδας διαφωνεί (το αντίστοιχο ποσοστό για το σύνολο του δείγματος είναι 47,4 και 61% για την ομάδα του ευρωπαϊκού πυλώνα).
Συμπερασματικά, εάν ο βασικός πυλώνας στήριξης της ευρωπαϊκής πορείας της Ελλάδας αποτελεί περίπου το 40% του συνολικού πληθυσμού, ο σκληρός πυρήνας, εντός της ευρύτερης αυτής ομάδωσης, αντιπροσωπεύει λιγότερο από 20% του συνολικού πληθυσμού. Ωστόσο, αυτό το πιο φιλοευρωπαϊκό τμήμα του φιλοευρωπαϊσμού δεν είναι ποιοτικά διαφορετικό από τον ευρύτερο ευρωπαϊκό κορμό.
Εάν ο πιο στενός πυρήνας του ευρωπαϊσμού κινείται σε μια τάξη μεγέθους μεταξύ 17% και 20%, αντίστοιχο είναι το μέγεθος του σκληρού πυρήνα του ευρωσκεπτικισμού. Ωστόσο, ο πυρήνας αυτός εμφανίζεται να είναι πιο συνεκτικός στις ευρωσκεπτικιστικές του προτιμήσεις συγκρινόμενος με εκείνον του ευρωπαϊσμού
Η πολιτική-ιδεολογική σύνθεση του πυρήνα του σκληρού ευρωσκεπτικισμού είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Στο εσωτερικό του υπερεκπροσωπούνται η Αριστερά (37%), η Ακρα Δεξιά (10%) και η Ακρα Αριστερά (7%) αλλά έχουν αξιοσημείωτη, αν και έντονα μειοψηφική, παρουσία η Κεντροαριστερά (14%) και το Κέντρο (12%). Κατά ειρωνικό τρόπο, όλα τα ανωτέρω δεν εμποδίζουν καθόλου τους οπαδούς του προχωρημένου ευρωπαϊσμού και εκείνους του σκληρού ευρωσκεπτικισμού να συγκλίνουν θεαματικά στην άποψη που υπογραμμίζει το πόσο ξεχωριστή χώρα είναι η Ελλάδα. Η υψηλή αντίληψη του έθνους προσεγγίζει αντίπαλα ιδεολογικά ρεύματα.
Συμπερασματικά, η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και η ίδια η Ε.Ε. απορρίπτονται -με συστηματικότητα που εκπλήσσει- από αυτό το 17,2% του ελληνικού πληθυσμού. Η απόρριψη αφορά όλους τους τομείς της σχέσης της Ελλάδας με την Ε.Ε.. Είναι μεγαλύτερη στους τομείς της οικονομικής ευημερίας και κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά αγγίζει, σε ελαφρώς μικρότερο εύρος, όλα ανεξαιρέτως τα πεδία δημόσιας πολιτικής.
Φιλελεύθεροι στα οικονομικά θέματα, συντηρητικοί στα κοινωνικά
Μεταξύ άλλων, μερικά από τα πιο σημαντικά συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι στα οικονομικά θέματα, οι Έλληνες εμφανίζουν μια αρκετά σαφή φιλελεύθερη προσέγγιση, ενώ στα κοινωνικά θέματα είναι ένας συντηρητικός λαός. Επίσης, οι Έλληνες έχουν μια εξαιρετικά υψηλή εικόνα για τη χώρα τους και τη σημασία της στην Ευρώπη, ενώ οι νέοι της χώρας εμφανίζουν μια ξεχωριστή, αυτόνομη αξιακή συμπεριφορά, χωρίς ωστόσο οι απόψεις τους να φτάνουν να διαμορφώσουν ένα νέο γενεακό χάσμα.
Την ίδια ώρα, ως μεγαλύτερα προβλήματα για τη σύγχρονη ελληνική δημοκρατία αναδεικνύονται η διαφθορά και η διαπλοκή που έχουν τις ρίζες τους στο κομματικό και πελατειακό κράτος. Η οικονομική κρίση προσδιορίζεται ως πολύ μικρότερης σημασίας απειλή για τη δημοκρατία, επιβεβαιώνοντας όσους εντοπίζουν το πραγματικό πρόβλημα στην κρίση αξιών και αρχών από την οποία διέρχεται διέρχεται τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία.
Συνεχίζουμε να είμαστε ένας λαός περήφανος
Ακόμη, η έρευνα στο σύνολο της, καταγράφει μια κατάσταση απαξίωσης και έντονου προβληματισμού, γύρω από μια σειρά θεμάτων που απασχολούν τη σύγχρονη Ελλάδα. Οι Έλληνες ωστόσο, παρά τις διχογνωμίες και τις αντινομίες που εμφανίζουν, συνεχίζουν να είναι ένας λαός περήφανος για την καταγωγή του που τοποθετεί τη χώρα του στον πυρήνα της ευρωπαϊκής προοπτικής και αισιοδοξεί ότι η σημερινή κατάσταση μπορεί να ανατραπεί.