Μπορεί η κρίση, η ανεργία και η έλλειψη εμπιστοσύνης προς το πολιτικό προσωπικό τα τελευταία έξι χρόνια να βρίσκονται στο ζενίθ, δεν είναι σύμφωνα με τους ειδικούς το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας. Όπως ισχυρίζονται το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα είναι η φυγή των νέων επιστημόνων στο εξωτερικό για αναζητηση εργασίας.
Τα νέα αυτά και «φρέσκα» μυαλά της χώρας που την εγκαταλείπουν σύμφωνα με τα στοιχεία που είναι ήδη γνωστά είτε δεν επιστρέφουν ποτέ στην Ελλάδα είτε έρχονται μετά από πολλά χρόνια.
Η φυγή αυτή των νέων επιστημόνων αποτελεί μια συνεχή αιμορραγία για τον τόπο, αφού οι άνθρωποι που σπουδάζουν και εκπαιδεύονται στα ελληνικά Πανεπιστήμια και τα ελληνικά ΤΕΙ δεν... μεταλαμπαδεύουν τις γνώσεις τους στη χώρα αλλά στο εξωτερικό.
Οι λόγοι της εγκατάλειψης αυτής είναι προφανείς. Τα υψηλά επίπεδα ανεργίας και η ανάγκη για την εξασφάλιση ως προς το... ζην ωθούν το ενεργό και δημιουργικό κομμάτι της κοινωνίας στην εγκατάλειψη της χώρας.
Τα στοιχεία είναι απογοητευτικά. Υπολογίζεται ότι από την έναρξη της οικονομικής κρίσης το 2010 ππερίπου 200.000 νέοι επιστήμονες έχουν μεταναστεύσει από την Ελλάδα. Τα ποσοστά όσων απομακρύνονται από την Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη συνέντευξη του Προέδρου της ΓΣΕΕ Γιάννη Παναγόπουλου έχουν αυξηθεί κατά 300%.
Την ίδια ώρα, όπως προκύπτει από την ομιλία του προέδρου του ΕΚΘ, Παναγιώτη Τσαραμπουλίδη στο συλλαλητήριο των συνδικάτων στην ΔΕΘ 2015 οι οικονομικοί μετανάστες ξεπερνούν τις 300.000.
Μιλώντας στο ka-business.gr ο Δημήτρης Καραγεωργόπουλος, εκπρόσωπος τύπου της ΓΣΕΕ αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Η κρίση, η ανεργία, ο φόβος για μια ζωή δίχως μέλλον, διώχνουν από τη χώρα τα πιο δυνατά μυαλά. Η ανεργία πλήττει κυρίως τους νέους ανθρώπους και είναι σκληρό και άδικο νέοι άνθρωποι με πτυχία και υψηλό μορφωτικό επίπεδο να μην εργάζονται. Έρχονται καθημερινά νέοι άνθρωποι στις δομές των συνδικάτων και μας λένε «Ψάχνουμε για δουλειά, αλλά δεν βρίσκουμε», ακούμε συχνά να λένε πτυχιούχοι που αναζητούν εργασία αλλά δυστυχώς δεν βρίσκουν. Οι περισσότεροι συναντούν κλειστές πόρτες και μόνο υποσχέσεις, του τύπου «αφήστε το βιογραφικό σας και θα δούμε»... Για πόσο χρονικό διάστημα όταν οι υποχρεώσεις τους αυξάνονται διαρκώς; Όταν υπάρχει στη μέση οικογένεια και παιδιά; Όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με ζητήματα βιοπορισμού και προσωπικής επιβίωσης; Όταν μετά από αναζήτηση ετών βρίσκουν τελικά μια δουλειά και οι εργοδότες αυτοί, καταβάλλουν ναι μεν τον μισθό και τα δώρα στον τραπεζικό λογαριασμό των εργαζομένων, αλλά ταυτόχρονα απαιτούν από τους ίδιους να κάνουν ανάληψη και να επιστρέψουν μέρος ή και ολόκληρο το μισθολογικό τίμημα (αν πρόκειται για δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα ή επιδόματα αδείας) στο ταμείο της εταιρείας...».
Ο κ. Καραγεωργόπουλος συμπληρώνει: «Το κύµα µετανάστευσης του νέου επιστηµονικού προσωπικού που υπάρχει στη χώρα, απειλεί να δηµιουργήσει η παρατεταµένη ύφεση στην αγορά και οι ολοένα και λιγότερες ευκαιρίες για µόνιµη και ασφαλή εργασία που προσφέρουν οι ελληνικές επιχειρήσεις.Το κρίσιμο στοιχείο πάντως πιστεύω ότι είναι το γεγονός ότι η εκπαίδευση, και ιδίως η ανώτατη, δεν συνδέεται µε την οικονοµική ανάπτυξη της χώρας. Για την κατανόηση της εκπαίδευσης δεν είναι η δύναµη του κράτους ή η ιδεολογία, είναι η διαδικασία της παραγωγής, και πραγματικά διαπιστώνεται αντιστοιχία ανάµεσα στις κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής και στις κοινωνικές σχέσεις της εκπαίδευσης».
Η Ελλάδα μπορεί, παρά την κρίση που περνάμε, να ασκήσει μια διαφορετική πολιτική. Να σχεδιάσει ένα νέο παραγωγικό μοντέλο βασισμένο στην καινοτομία και στην αξιοποίηση όλων αυτών των νέων επιστημόνων. Πρέπει η χώρα μας να γίνει ανταγωνιστική, όχι στη βάση της μείωσης του κόστους εργασίας και του μισθολογικού - εξαθλιωτικού «ανταγωνισμού» με τις χώρες της Βαλκανικής. Θέλουμε η ελληνική κοινωνία να σπουδάζει και να αξιοποιεί τα παιδιά της προς όφελος της χώρας. Δεν μπορεί οι ανεπτυγμένες χώρες του ευρωπαϊκού βορρά να παίρνουν έτοιμους τους επιστήμονες χωρίς να έχουν ξοδέψει οι ίδιοι ούτε ένα ευρώ για τη μόρφωσή τους. Είναι άνθρωποι με πολύ καλές σπουδές, με διδακτορικό και μάστερ, κάτι που σημαίνει ότι ποιοτικά η ζημιά της χώρας είναι πολύ μεγαλύτερη.
ΠΗΓΗ: ka-business.gr