Το προσωρινό πάγωμα όλων των ληξιπρόθεσμων οφειλών υπερχρεωμένων επιχειρήσεων προς εφορία, ασφαλιστικά ταμεία και τράπεζες φέρεται να εξετάζει η κυβέρνηση μέχρι να συμφωνηθεί με τους δανειστές και να ξεκινήσει να εφαρμόζεται ο νέος νόμος για τον εξωδικαστικό μηχανισμό διευθέτησης οφειλών.
Η πρόταση θα πέσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους της τρόικας στο πλαίσιο της συζήτησης για τους όρους του νέου θεσμικού πλαισίου ενιαίων ρυθμίσεων των οφειλών, που θα ξεκινήσει να εφαρμόζεται στην πράξη από το 2017, ενώ αναμένεται ότι θα αξιοποιηθεί επικοινωνιακά και στην ομιλία του πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ένα μέρος της οποίας θα είναι αφιερωμένο στο διαχρονικό εμπόριο ελπίδας για διαγραφές χρεών και μακροχρόνιες ρυθμίσεις ελάφρυνσης του βάρος των συσσωρευμένων οφειλών.
Το πάγωμα κάθε είδους παλαιάς οφειλής σύμφωνα με το liberal.gr, είτε πρόκειται για κόκκινο δάνειο σε τράπεζα (σ.σ. θεωρείται δύσκολο), είτε ληξιπρόθεσμης οφειλής προς το Δημόσιο, εδράζεται στη λογική του «διαχωρισμού» παλαιών και νέων χρεών που βαραίνουν τις επιχειρήσεις ώστε να μπει φρένο στη διαρκή επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης από τόκους υπερημερίας και προσαυξήσεις.
Μπαίνει δε στη συζήτηση ενόψει της ολοκλήρωσης του θεσμικού πλαισίου από τα υπουργεία Ανάπτυξης και Οικονομικών, με το οποίο θα ρυθμίζεται η ενιαία αντιμετώπιση κάθε είδους οφειλών των επιχειρήσεων μετά από συναίνεση της πλειοψηφίας των πιστωτών τους. Το πλαίσιο αυτό θα είναι σύμφωνα με κυβερνητικά και τραπεζικά στελέχη, το εργαλείο ώστε ένα μεγάλο μέρος από τα σημερινά χρέη των «βιώσιμων» επιχειρήσεων προς τις τράπεζες, τις εφορίες, τα ασφαλιστικά ταμεία, τους προμηθευτές και άλλους πιστωτές, να μετατραπεί σε «balloon» δηλαδή να μετατεθεί για το μέλλον (10-20 χρόνια) με την προσδοκία ότι στο τέλος ένα σημαντικό τμήμα του θα διαγραφεί.
Μια από τις ρυθμίσεις «κλειδιά» του νέου νόμου που θα κρίνουν εν πολλοίς και την επιτυχία του, θα είναι η δυνατότητα διαγραφής ληξιπρόθεσμων οφειλών από το Δημόσιο (εφορία και ασφαλιστικά ταμεία) που σήμερα επιτρέπεται να γίνεται μόνο στα ποσά που αφορούν σε πρόστιμα και προσαυξήσεις αλλά όχι στο κεφάλαιο. Το συγκεκριμένο ιδιαίτερα λεπτό ζήτημα το έχουν θέσει ευθέως οι τράπεζες στην κυβέρνηση, και το χειρίζεται το υπουργείο Οικονομικών που πρέπει να βρει τρόπους ώστε η ρύθμιση αφενός να μην κριθεί αντισυνταγματική και αφετέρου να προστατεύει από το αδίκημα της απιστίας τους δημόσιους υπάλληλους που θα συναινούν σε διαγραφή χρέους.
Η εξωδικαστική ρύθμιση χρεών (out of court workout for debts) είναι το μοντέλο που η κυβέρνηση και οι δανειστές προβάλλουν ως το πλέον δόκιμο και αποτελεσματικό εργαλείο για να «καθαρίσει» ταχύτερα η αγορά από τα υπέρογκα χρέη ύψους 95 δις. ευρώ προς την εφορία και 25 δις. ευρώ προς τα ασφαλιστικά ταμεία, και παράλληλα να υποστηριχτεί ο στόχος μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ανοιγμάτων κατά 40 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2019. Είναι παράλληλα, όμως, και η κερκόπορτα που θα ανοίξει τον δρόμο για να οδηγηθούν υποχρεωτικά σε πτώχευση και εκκαθάριση δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις οι περιπτώσεις των οποίων θα χαρακτηριστούν «μη βιώσιμες».
Δεδομένου ότι ο νέος νόμος εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών θα είναι «ανοιχτός» για τις επιχειρήσεις κάθε μεγέθους συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων επαγγελματιών, εκτιμάται ότι η προοπτική μακροχρόνιων ρυθμίσεων και διαγραφής χρεών απευθύνεται τουλάχιστον σε 200.000 εταιρείες με κόκκινα χρέος. Στο τέλος της ημέρας, όμως, οι πραγματικά ωφελημένες θα είναι πολύ λιγότερες. Αφενός επειδή ένας πολύ μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων θεωρούνται «ξοφλημένες» και θα οδηγηθούν σε αιφνίδιο θάνατο και αφετέρου επειδή με τα αντικρουόμενα συμφέροντα που υπάρχουν μεταξύ διαφορετικών πιστωτών αλλά και το τίμημα που θα πρέπει να πληρωθεί για την εξυγίανση, η συμφωνία πιστωτών και επιχειρήσεων θα είναι μια τεράστια πρόκληση που δεν θα φέρνει πάντα αποτελέσματα.
Το συγκεκριμένο πλαίσιο θα δίνει τη δυνατότητα στους πιστωτές χρεωμένων επιχειρήσεων, να αποφασίζουν οι ίδιοι το είδος της αναδιάρθρωσης και των ρυθμίσεων που θα κάνουν πριν οδηγήσουν τους οφειλέτες στο πτωχευτικό δικαστήριο.
Δημόσιο, Τράπεζες, προμηθευτές, εργαζόμενοι, ΔΕΚΟ, Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οποιοσδήποτε έχει απαιτήσεις από τις επιχειρήσεις, θα κάθονται στο ίδιο τραπέζι πιθανόν υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ή του μεγαλύτερου πιστωτή και θα προσπαθούν να βρουν λύσεις για να ανακτήσουν μέρος των οφειλών τους.
Ο νόμος θα προβλέπει αυξημένο ποσοστό υποχρεωτικής συναίνεσης των πιστωτών, το οποίο θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Σήμερα λ.χ στον πτωχευτικό κώδικα προβλέπεται ότι η αποδοχή ενός σχεδίου εξυγίανσης καθίσταται υποχρεωτική για όλους εφόσον εγκρίνεται από πιστωτές που έχουν το 60% των απαιτήσεων.
Στον ίδιο νόμο θα θεσπίζεται και η έννοια του «κακόπιστου μετόχου» για τις περιπτώσεις εκείνες που ο ιδιοκτήτης ή οι βασικοί μέτοχοι επιχειρήσεων αρνούνται να προτείνουν ή να αποδεχθούν λύσεις για την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση των εταιρειών τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι μέτοχοι θα χάνουν τόσο τον έλεγχο όσο και την ιδιοκτησία των επιχειρήσεών τους που θα περνά στους πιστωτές με μετοχοποίηση χρεών και διορισμό νέας διοίκησης (CFO).
Βάση για κάθε συζήτηση εξωδικαστικής ρύθμισης χρεών θα αποτελεί η έκθεση βιωσιμότητας που θα γίνεται για την κάθε επιχείρηση ξεχωριστά και σε αντιπαραβολή με την πτωχευτική περιουσία της επιχείρησης σε περίπτωση εκκαθάρισης. Εφόσον κρίνεται ότι με συγκεκριμένες ρυθμίσεις, αναδιαρθρώσεις, εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων κλπ, θα μπορέσει να εξυπηρετήσει το χρέος της στο μέλλον θα επιχειρείται να βρεθεί συμφωνία την οποία θα ακολουθούν όλοι οι εμπλεκόμενοι υποχρεωτικά μετά από επικύρωσή της στο δικαστήριο. Σε περίπτωση που η συναίνεση δεν είναι εφικτή ή κρίνεται περισσότερο συμφέρουσα για την αποπληρωμή των πιστωτών η εκκαθάριση της εταιρείας, θα ακολουθείται η πτωχευτική διαδικασία.