Οι αυξημένες απαιτήσεις σε αίμα εξαιτίας της μειωμένης προσέλευσης αιμοδοτών και τα μέτρα πρόληψης των κρουσμάτων ελονοσίας, απασχόλησαν την ευρεία σύσκεψη που πραγματοποιείται σήμερα στο υπουργείο Υγείας, υπό την παρουσία της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου, της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας, του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ), των Υγειονομικών Περιφερειών, του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ) και της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ).
Στην πρόσφατη Έκθεση Επιδημιολογικής Επιτήρησης για την Ελονοσία , κατά την περσινή περίοδο καταγράφηκαν 6 κρούσματα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης, τα οποία οδήγησαν στο χαρακτηρισμό ως επηρεαζόμενων οικισμών από 8 διαφορετικούς Δήμους. Οι περιοχές αυτές θεωρούνται ακόμη «επηρεαζόμενες» παρότι τα περιστατικά που τις κατέταξαν στην κατηγορία αυτή εμφανίστηκαν την περσινή χρονιά, καθώς θα πρέπει να ολοκληρωθεί και η φετινή περίοδος κυκλοφορίας των κουνουπιών, χωρίς καταγραφή εγχώριας μετάδοσης προκειμένου να «αποχαρακτηρισθούν». Αντίστοιχα, κατά την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης έχουν καταγραφεί 4 κρούσματα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης, σε περιοχές των Περιφερειακών Ενοτήτων Αχαΐας, Ηλείας και Θεσσαλονίκης, με αποτέλεσμα την προσθήκη οικισμών από 4 επιπλέον Δήμους.
Το ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. διευκρινίζει ότι ο ορισμός των επηρεαζόμενων από την ελονοσία περιοχών, γίνεται από διεπιστημονική Ομάδα Εργασίας μετά από την εξέταση επιδημιολογικών, εντομολογικών και γεωγραφικών δεδομένων για κάθε κρούσμα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης. Επιπλέον, για την ακόμα πιο σχολαστική ασφάλεια του αίματος η διάρκεια του χαρακτηρισμού της κάθε «επηρεαζόμενης περιοχής» είναι πάνω από ένα έτος και ο «αποχαρακτηρισμός» γίνεται εφόσον δεν υπάρχουν περαιτέρω ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης για δύο περιόδους κυκλοφορίας κουνουπιών.