Ραντεβού στα δικαστήρια για τους πρώτους πλειστηριασμούς ακινήτων δίνουν οι μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες από τις 15 Σεπτεμβρίου, ημέρα κατά την οποία ανοίγουν τα δικαστήρια, σηματοδοτώντας την έναρξη των πλειστηριασμών έπειτα από μια μακρά περίοδο απραξίας, που κορυφώθηκε το 2016, λόγω της αποχής των δικηγόρων, αλλά και της απεργίας των συμβολαιογράφων.
Οι τράπεζες έχουν έτοιμους ήδη τους φακέλους με τα πρώτα 2.000 ακίνητα που θα βγουν άμεσα στο σφυρί, με προοπτική ο αριθμός τους να φθάσει τα 5.000 τους αμέσως επόμενους μήνες. Στόχος των πρώτων πλειστηριασμών, όπως εξηγούν αρμόδια στελέχη, είναι να σταλεί μήνυμα προς δανειολήπτες που συστηματικά αποφεύγουν να συνεργαστούν με την τράπεζα ότι τα περιθώρια ανοχής έχουν εξαντληθεί και ότι η περίοδος χάριτος έχει παρέλθει. Οι πρώτοι πλειστηριασμοί, όπως εξηγούν, θα αφορούν μεγάλα ακίνητα αξίας άνω των 300.000 ή 400.000 ευρώ, που βαρύνονται με δάνεια τα οποία έχουν βρεθεί στο «κόκκινο» εδώ και πάνω από δύο χρόνια. Πρόκειται για 2.000 περίπου κατοικίες, οι κάτοχοι των οποίων, παρά το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις έχουν αποδεδειγμένα καταθέσεις σε άλλη τράπεζα, αρνούνται να συναινέσουν σε ρύθμιση της οφειλής τους ή ακόμη και να συνομιλήσουν με την τράπεζα. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι ορισμένοι εξ αυτών, όπως υποστηρίζουν οι τράπεζες, δηλώνουν με προκλητικό τρόπο την άρνησή τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, εκμεταλλευόμενοι το καθεστώς «παγώματος» των πλειστηριασμών από τις τράπεζες που ίσχυσε επί πολλά χρόνια και ήρθη μόλις πρόσφατα.
Οι τράπεζες επιμένουν ότι δεν πρόκειται να μπουν στο στόχαστρο ευπαθείς ομάδες που βρίσκονται σε πραγματική αδυναμία να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους ή τα μικρά ακίνητα οικογενειών που δεν έχουν μεγάλη ή άλλη περιουσία. Σε καμία περίπτωση, όπως εξηγούν, δεν πρόκειται να σημειωθούν φαινόμενα όπως αυτά που συνέβησαν π.χ. στην Ισπανία, όπου μικροϊδιοκτήτες υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους έπειτα από τους μαζικούς πλειστηριασμούς που πραγματοποίησαν οι τράπεζες. Στόχος είναι να σταλεί το μήνυμα σε όσους είναι σε θέση να συναινέσουν σε μια λύση ρύθμισης και παρ’ όλα αυτά έκαναν κατάχρηση της παρατεταμένης περιόδου «παγώματος» των πλειστηριασμών και όχι να θιγούν εκείνοι που αδυνατούν να αποπληρώσουν την οφειλή τους. Ενα μαζικό άλλωστε κύμα πλειστηριασμών δεν εξυπηρετεί ούτε τις τράπεζες, οι οποίες πρέπει να εγγράφουν μεγάλες ζημίες λόγω της πτώσης των εμπορικών αξιών.
Το «πάγωμα» των πλειστηριασμών αποτυπώνεται στα στοιχεία από τα δικαστήρια της χώρας, με βάση τα οποία το πρώτο επτάμηνο το 2016 ορίστηκαν μόλις 2.700 πλειστηριασμοί έναντι 7.000 το αντίστοιχο περυσινό επτάμηνο. Ο αριθμός τους παρουσιάζει σταθερή μείωση κάθε χρόνο και είναι χαρακτηριστικό ότι μετά το 2009 που είχαν γίνει 52.000 πλειστηριασμοί, ο αριθμός τους βαίνει συνεχώς μειούμενος. Ετσι, το 2010 ορίστηκαν 48.000 πλειστηριασμοί, το 2011 ορίστηκαν 44.000, το 2012 ορίστηκαν 25.900, το 2013 ορίστηκαν 19.200, το 2014 ορίστηκαν 16.000 και όλο το 2015 μόλις 8.700.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα νούμερα αυτά περιλαμβάνουν τους πλειστηριασμούς του Δημοσίου και των ιδιωτών, ενώ αφορούν και σε επαναληπτικούς πλειστηριασμούς με συνέπεια τα ακίνητα τελικώς που εκπλειστηριάζονται κάθε χρόνο να είναι στην πραγματικότητα πολύ λιγότερα. Οι πλειστηριασμοί που έγιναν από τράπεζες είναι ουσιαστικά ελάχιστοι, αφού ακόμη και όταν έληξε η επίσημη προστασία, που είχε δοθεί με διαδοχικούς νόμους από το 2009, για μεγάλο χρονικό διάστημα ίσχυσε το άτυπο μορατόριουμ από τις τράπεζες, με συνέπεια η πλειονότητα των πλειστηριασμών που εκτελέστηκαν να είναι τελικά για λογαριασμό του Δημοσίου ή ιδιωτών.