Την ώρα που στην ΕΕ σχεδόν το ένα τρίτο των εργαζομένων συμμετέχει σε προγράμματα κατάρτισης σχετικά με την επαγγελματική τους δραστηριότητα, στην Ελλάδα που βρίσκεται στην τελευταία θέση στις λίστες της Eurostat, μόλις ένας στους δέκα βελτιώνει μέσω μαθημάτων ή σεμιναρίων, τις γνώσεις, τις δεξιότητες, τις ικανότητες και τα προσόντα του για επαγγελματικούς λόγους.
Το 2016, σχεδόν το ένα τρίτο των απασχολουμένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση συμμετείχαν σε προγράμματα κατάρτισης σχετικά με την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
Οι Κάτω Χώρες (61%), η Σουηδία (59%) και η Φινλανδία (58%) είχαν τα υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής στην επαγγελματική κατάρτιση. Τα χαμηλότερα ποσοστά ήταν στην Ελλάδα και τη Ρουμανία (8%) καθώς και στην Ιταλία (11%).
Τα ποσοστά συμμετοχής στην εκπαίδευση που σχετίζεται με την εργασία τείνουν να αυξάνονται μαζί με το μορφωτικό επίπεδο των συμμετεχόντων. Το ποσοστό είναι υψηλότερο για τους απασχολούμενους με τριτοβάθμια εκπαίδευση (46%) από ό, τι για τους εργαζόμενους με ανώτερη δευτεροβάθμια και μεταδευτεροβάθμια μη τριτοβάθμια εκπαίδευση (28%).
Όσοι έχουν επίπεδο εκπαίδευσης χαμηλότερης από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πρωτογενές ή μικρότερο (16%) συμμετέχουν λιγότερο στην κατάρτιση που σχετίζεται με την εργασία.
Από την άποψη της ηλικιακής ομάδας, η συμμετοχή στην κατάρτιση είναι υψηλότερη στους απασχολούμενους ηλικίας 25-34 ετών (36%) από ό, τι για τις ηλικιακές ομάδες 19-24 (32%) και 35-64 (31%).
Σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη, το μερίδιο των γυναικών στην απασχόληση που παρακολουθούν εκπαίδευση σχετική με την εργασία είναι υψηλότερο από το μερίδιο των ανδρών, με τις μεγαλύτερες διαφορές να παρατηρούνται στη Λιθουανία (44% στις γυναίκες έναντι 31% στους άνδρες), στην Εσθονία (51% σε σύγκριση με το 39% των ανδρών) και τη Λετονία (39% γυναίκες έναντι 29% άνδρες).
Ο συνηθέστερος λόγος για τον οποίο δεν συμμετέχει στην εκπαίδευση είναι αυτός του χρόνου. Δεκαεπτά κράτη μέλη το επικαλούνται ως κύριο λόγο, με τις υψηλότερες αναλογίες να καταγράφονται στο Ηνωμένο Βασίλειο (98%), στην Ελλάδα (79%), στην Πολωνία και στη Σλοβενία (60% το καθένα).
Η έλλειψη ενδιαφέροντος ήταν ο επικρατέστερος λόγος στη Λετονία (32%), στην Αυστρία (28%) και στην Ισπανία (27%), ενώ η Εσθονία (49%), η Γαλλία (41%) και η Γερμανία (25%) γιατί δεν υπήρχε ενδιαφέρον από τον εργοδότη. «Αλλους λόγους» επικαλέστηκαν οι εργαζόμενοι στην Κροατία (38%), Φινλανδία (34%) και Λιθουανία (25%).
Η Σουηδία (30%) δήλωσε κυρίως ότι η έλλειψη κατάλληλων προγραμμάτων ήταν ένας περιορισμός και στη Δανία οι οικονομικοί περιορισμοί (27%) ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο δεν προχωρούν σε επαγγελματική κατάρτιση.