Νωρίτερα στη σύνταξη έως και επτά χρόνια μπορούν να βγουν από το επόμενο έτος ελεύθεροι επαγγελματίες και αγρότες με μειωμένο κόστος εξαγοράς πλασματικών ετών. Από την 1η Ιανουαρίου 2019 μειώνεται το κόστος εξαγοράς πλασματικών ετών μετά τη μείωση του ασφαλίστρου για κύρια σύνταξη υπέρ ΕΦΚΑ από το 20% στο 13,33%. Πρόκειται για το κόστος εξαγοράς πλασματικών χρόνων ασφάλισης που αφορούν στο στρατιωτικό, τις σπουδές ή την ανατροφή παιδιών και μπορούν να αναγνωριστούν από μη μισθωτούς (ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες).
Έτσι, ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες μπορεί να οδηγηθούν έως και επτά χρόνια νωρίτερα στη σύνταξη, αν αξιοποιήσουν έξι κατηγορίες πλασματικών ετών ασφάλισης. Ειδικότερα, για αιτήσεις από 1/1/2019 και μετά, για κάθε μήνα πλασματικού χρόνου ασφάλισης που αναγνωρίζεται, το κόστος θα υπολογίζεται στο 13,33% (αντί του 20%) του μηνιαίου εισοδήματος του ασφαλισμένου κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης.
Το μηνιαίο εισόδημα όπως αναλύει το θέμα το "CNN Greece", προκύπτει από το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα συν τις εισφορές του προηγούμενου έτους. Το συνολικό ποσό της εξαγοράς καταβάλλεται σε τόσες μηνιαίες δόσεις όσοι είναι και οι μήνες που αναγνωρίζονται. Εναλλακτικά καταβάλλεται εφάπαξ μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση της απόφασης αναγνώρισης, οπότε παρέχεται έκπτωση 2% για κάθε έτος εξαγοράς. Εξαγορά χρόνου που υπολείπεται του ενός έτους δεν τυγχάνει έκπτωσης.
Σε περίπτωση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή προσαύξησης του ποσού της σύνταξης, μπορεί να παρακρατείται κάθε μήνα από τη σύνταξη και μέχρι την εξόφληση του κόστους εξαγοράς ποσό ίσο με το 1/4 του ποσού της σύνταξης.
Επισημαίνεται ότι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίζονται με εξαγορά συνυπολογίζονται τόσο για την αύξηση της ανταποδοτικής σύνταξης, καθώς επηρεάζουν τα ποσοστά αναπλήρωσης αλλά και το ύψος των συντάξιμων αποδοχών όσο και για τη διαμόρφωση της εθνικής (σε περίπτωση που αφορούν έτη ασφάλισης μεταξύ 15 και 20 ετών).
Αντίθετα, πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίζονται χωρίς εξαγορά χρησιμοποιούνται μόνο για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος και λαμβάνονται υπόψη μόνο για τη διαμόρφωση της εθνικής σύνταξης (μεταξύ 15ετίας και 20ετίας).