Η έρευνα για την ΑΙ αναλυτικά (αγγλικά)
Ως μοχλός ανάπτυξης για την Ελλάδα μπορεί να λειτουργήσει η τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence - AI), καθώς διαπιστώνεται ότι έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σωρευτικά σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 195 δισεκατομμύρια δολάρια, στα επόμενα 15 χρόνια (από το 2020 έως και το 2035), σύμφωνα με μελέτη της Accenture, σε συνεργασία με τη Microsoft, με τίτλο «Greece: With an AI to the Future», που εκπονήθηκε και παρουσιάζεται σήμερα με την ευκαιρία της πραγματοποίησης του Microsoft Summit στην Αθήνα.
Η μελέτη προσεγγίζει τέσσερις διακριτούς θεματικούς άξονες: Πώς αντιλαμβάνεται η ελληνική κοινωνία την Τεχνητή Νοημοσύνη, πώς αντιλαμβάνονται οι διοικήσεις των επιχειρήσεων και οργανισμών την τεχνητή νοημοσύνη, ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία και ποιες είναι οι προτεινόμενες δράσεις που θα πρέπει να υλοποιήσουν οι φορείς χάραξης πολιτικής και οι επιχειρήσεις για την περαιτέρω αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης.
Έλξη και απώθηση
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης, η προοπτική ενός μέλλοντος με κεντρικό άξονα το ΑΙ, συναρπάζει τους Έλληνες, ωστόσο προκαλεί ταυτόχρονα προβληματισμό. Οι πολίτες έχουν μια καλή αντίληψη για το AI, με ποσοστό 65% να συσχετίζει ως πρώτη σκέψη τον όρο με εφαρμογές, όπως chatbots, digital assistants και ρομπότ, ενώ μόλις 2% του πληθυσμού να δηλώνει άγνοια. Ένας στους δύο ερωτηθέντες (56%) ενστερνίζεται την άποψη ότι το ΑΙ θα επιφέρει σημαντικά οφέλη στην κοινωνία, ενώ μεγάλο ποσοστό αναγνωρίζει τα προφανή οφέλη, σε κλάδους όπως η ιατρική και οι επιστήμες. Παρόλα αυτά ο φόβος του αγνώστου, του νέου και η αβεβαιότητα που συνεπάγεται κάνουν τους Έλληνες να αισθάνονται μπερδεμένοι και προβληματισμένοι.
Ως αποτέλεσμα αυτού του παραδόξου, ενώ οι Έλληνες θα εμπιστευόντουσαν τις τεχνολογίες ΑΙ για εφαρμογές Οικιακής Κατανάλωσης Ενέργειας (84%), Οικιακής Ασφάλειας (84%) και Παρακολούθησης Υγείας (69%), εντούτοις είναι δύσπιστοι σε ό,τι αφορά εφαρμογές για τη Διαχείριση Οικονομικών (58%), την Ασφάλεια Παιδιών (58%) και την Αυτόνομη Οδήγηση (57%). Ανεξάρτητα από τις εφαρμογές, το 64% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δε θα εμπιστεύονταν πλήρως τις τεχνολογίες ΑΙ, χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου και παρέμβασης από ανθρώπους.
Δισταγμός για επενδύσεις στην ΑΙ
Παρόμοια είναι και η αντιμετώπιση του ΑΙ από ηγετικά στελέχη επιχειρήσεων στην Ελλάδα, τα οποία ενώ αναγνωρίζουν τη δυναμική της Τεχνητής Νοημοσύνης, εντούτοις είναι διστακτικοί στο να επενδύσουν συστηματικά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 85% των ερωτηθέντων στελεχών πιστεύει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη παρουσιάζει τεράστιες ευκαιρίες στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, υπηρεσιών και επιχειρηματικών ιδεών. Την ίδια στιγμή, επτά στους 10 (73%) προβλέπουν ότι το ΑΙ θα αλλάξει τη φύση του ανταγωνισμού τα επόμενα τρία χρόνια, προκαλώντας ισχυρές μεταβολές στην αγορά. Το ίδιο περίπου ποσοστό (71%) εκφράζει την αγωνία ότι εάν η εταιρεία τους δεν αξιοποιήσει συστηματικά τις δυνατότητες που προσφέρει το ΑΙ, θα κληθεί να αντιμετωπίσει ένα ισχυρό ανταγωνιστικό μειονέκτημα.
Ωστόσο, ενώ οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα θεωρούν το ΑΙ ως «καταλύτη αλλαγής», φαίνονται μάλλον διστακτικές στο να επενδύσουν αυτή τη στιγμή στην Τεχνητή Νοημοσύνη. Συγκεκριμένα, το 54% των στελεχών αισθάνεται ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς, θεωρώντας ότι το ΑΙ βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, οπότε προτιμά να περιμένει έως ότου ωριμάσουν οι σχετικές τεχνολογίες και συνθήκες.
Μόλις 3% των επιχειρήσεων υιοθέτησαν την ΑΙ
Πολύ μικρός αριθμός επιχειρήσεων (3%) έχει υλοποιήσει ολοκληρωμένα προγράμματα ΑΙ σε σχέση με το 45% των επιχειρήσεων από το αντίστοιχο παγκόσμιο δείγμα. Ωστόσο, ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι 23% των επιχειρήσεων βρίσκεται σε αρχικά στάδια επενδύσεων επάνω στο ΑΙ, ενώ 37% πειραματίζεται με διάφορες πιλοτικές εφαρμογές. Οι τρεις βασικότεροι λόγοι που εξηγούν την αδράνεια των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις απόψεις των στελεχών, είναι η έλλειψη ΑΙ δεξιοτήτων (69%), η ασυμβατότητα με τα παραδοσιακά-legacy συστήματα των επιχειρήσεων (57%) καθώς και η ποιότητα των δεδομένων (37%).
Κύριοι τομείς εφαρμογής των πρωτοβουλιών ΑΙ αναμένεται να είναι σε ΙΤ, marketing, πωλήσεις και οperations, ενώ τα βασικά οφέλη από την υλοποίηση τέτοιων λύσεων σχετίζονται με τη βελτιστοποίηση των λειτουργιών, το μετασχηματισμό προϊόντων και υπηρεσιών, τη βελτίωση των σχέσεων με τους πελάτες (customer engagement) και την ενδυνάμωση του προσωπικού.