ΕΦ.ΣΥΝ.
Γενίκευση της κράτησης σε αντίθεση με όσα ορίζει το ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο, κατάργηση της προστασίας για ανθρωπιστικούς λόγους, συρρίκνωση των εγγυήσεων της διαδικασίας ασύλου στο όνομα της επιτάχυνσής της, ή μάλλον, όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση, της ταχείας «εκκαθάρισης» των αιτήσεων.
Στόχος βέβαια ο πολλαπλασιασμός των αποφάσεων με κάθε κόστος, έστω και σε βάρος της σωστής εξέτασης των αιτήσεων και των δικαιωμάτων όσων ζητούν άσυλο, και βέβαια η αύξηση του αριθμού όσων προορίζονται για απέλαση.
Το νομοσχέδιο του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου που συζητείται σήμερα στη Βουλή δεν περιλαμβάνει ορισμένες πολύ προβληματικές διατάξεις που είχαν κατατεθεί στη διαβούλευση και αφαιρέθηκαν ύστερα από τις επισημάνσεις οργανώσεων και φορέων. Περιέχει όμως, εκτός από τις σκανδαλώδεις διατάξεις για μυστικά κονδύλια, νέους μετακλητούς και επέκταση των απευθείας αναθέσεων, άλλα προβληματικά σημεία για τη διαδικασία ασύλου, όπως τα επισημαίνουν στην «Εφ.Συν.» τέσσερις από τις πιο ενεργές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στο προσφυγικό.
Το νομοσχέδιο επιμένει στην περαιτέρω μείωση των διαδικαστικών εγγυήσεων στο θεμελιώδες δικαίωμα στο άσυλο
Μέσα στην πανδημία, χωρίς καμία δυνατότητα ουσιαστικής συζήτησης και ενώ όσοι και όσες ζητούν άσυλο διαβιούν σε απαράδεκτες και επικίνδυνες συνθήκες, η ελληνική κυβέρνηση εισάγει νέο νόμο που θα πλήξει σοβαρά τα δικαιώματά τους.
Η νομοθετική πρόταση εστιάζει στην επέκταση και τη λειτουργία κλειστών κέντρων κράτησης, καθώς και σε σειρά λειτουργικών αλλαγών για τις διαδικασίες ασύλου. Πρόκειται για συνέχιση της πολιτικής που εισήγαγε ο ψηφισμένος τον Οκτώβριο του 2019 νόμος για τη διεθνή προστασία, που εισήγαγε σοβαρά εμπόδια στην πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου, τη συρρίκνωση της προστασίας για ευάλωτες κατηγορίες και την εκτεταμένη κράτηση, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.
Το νομοσχέδιο επιμένει στην περαιτέρω μείωση των διαδικαστικών εγγυήσεων στο θεμελιώδες δικαίωμα στο άσυλο (συρρίκνωση πρόσβασης στην πληροφορία και τη διερμηνεία, αφαίρεση δυνατότητας προστασίας για ανθρωπιστικούς λόγους, μονοπρόσωπη σύνθεση επιτροπής εφέσεων σε σειρά περιπτώσεων), ενώ διευρύνει συντριπτικά την κράτηση (εισάγοντας ως κανόνα τη συστηματική κράτηση ως κύρια και όχι έσχατη λύση, με την καθολική εισαγωγή κλειστών κέντρων κράτησης στα νησιά), και συρρικνώνει τις εγγυήσεις σε ευάλωτες κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών.
Σηματοδοτεί σοβαρό, περαιτέρω περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων όσων ζητούν άσυλο ως προς την προσωπική ελευθερία, ασφάλεια και ελευθερία κίνησης, εμπεριέχοντας σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Είναι προφανές ότι το σχέδιο νόμου αποσκοπεί στην ταχεία «εκκαθάριση»
Το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή διαφέρει σε ουσιώδη σημεία από αυτό που τέθηκε σε διαβούλευση. Είναι πολύ θετικό ότι έχουν απαλειφθεί κάποιες διατάξεις που ήταν προδήλως προβληματικές, όπως αυτή με την οποία εισάγονταν ιδιαίτερα περιοριστικοί όροι σε σχέση με την πρόσβαση του αιτούντα σε δεύτερο βαθμό σε νομική βοήθεια.
Ωστόσο, και υπό την παρούσα μορφή, διέπεται από πνεύμα περιορισμού των δικαιωμάτων όποιου άσυλο. Ενδεικτικά: παροχή διερμηνείας στην επίσημη γλώσσα της χώρας καταγωγής, χωρίς να διασφαλίζεται ότι ο αιτών πράγματι κατανοεί αυτή τη γλώσσα, επίδοση της απορριπτικής απόφασης με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου χωρίς να διασφαλίζεται ότι ο αιτών πράγματι θα λάβει γνώση.
Είναι προφανές ότι το σχέδιο νόμου αποσκοπεί στην ταχεία «εκκαθάριση» (ο όρος περιέχεται στη αιτιολογική έκθεση) των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί στα νησιά. Σε αυτό το πλαίσιο, καθίσταται δυνατή η κατά προτεραιότητα συζήτηση των προσφυγών στα νησιά από μονομελή (και όχι τριμελή) επιτροπή. Τέλος, η γενίκευση της κράτησης για όσους υπόκεινται σε διαδικασία επιστροφής είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε συνθήκες κράτησης οριακές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Παραβιάζονται εγγυήσεις της Οδηγίας, καθώς οι αιτούντες οφείλουν πάντα να ζητούν την αναστολή της απέλασης
Η εφαρμογή της «ασφαλούς τρίτης χώρας» στην Ελλάδα παραβιάζει την ευρωπαϊκή οδηγία (2013/32/ΕΕ αρ. 38, παρ. 2), εφόσον δεν έχουν ρυθμιστεί στην ελληνική νομοθεσία οι αναγκαίοι κανόνες μεθοδολογίας για τα κριτήρια και τον τρόπο με τον οποίο θα εξετάζεται από τις αρχές σε ατομικές περιπτώσεις (βλ. Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ενωσης, Υπόθεση C-546/18 LH). Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο ζητά επίσης πλήρη επαναφορά του δικαιώματος παραμονής όσων ζητούν άσυλο στη δευτεροβάθμια διαδικασία.
Λόγω της ασάφειας του νόμου, παραβιάζονται εγγυήσεις της Οδηγίας (2013/32/ΕΕ αρ. 46, παρ. 7], καθώς οι αιτούντες οφείλουν πάντα να ζητούν την αναστολή της απέλασης όσο εξετάζεται η προσφυγή τους, ακόμη και όταν δεν τους παρέχεται διερμηνεία και νομική συνδρομή.
Παράλληλα, ο νόμος επιβαρύνει σημαντικά τις Επιτροπές Προσφυγών, οι οποίες συχνά καταλήγουν να εξετάζουν προσφυγές προτού αποφανθούν ως προς το δικαίωμα παραμονής του αιτούντος κατά τη δευτεροβάθμια διαδικασία.
Επιχειρείται να αυξήσει τη δυνατότητα κράτησης και στα νησιά να επιβάλει μοντέλο κλειστών κέντρων
Συνεχίζοντας το περιοριστικό πλαίσιο του ν. 4636/2019, το νομοσχέδιο επιχειρεί και πάλι να αυξήσει τη δυνατότητα κράτησης και στα νησιά να επιβάλλει μοντέλο κλειστών κέντρων, παρά την αναντιστοιχία με την υπάρχουσα κατάσταση και τις προβλέψεις της ενωσιακής νομοθεσίας.
Μετά την αυστηροποίηση του πλαισίου κράτησης όσων ζητούν άσυλο (ν. 4636/2019, αρ. 46), το νέο σχέδιο νόμου μειώνει τις εγγυήσεις λήψης της σχετικής απόφασης (αρ. 3), επιβάλλει, περισσότερο διακηρυκτικά, τη διατήρηση της κράτησης σε περίπτωση τελεσίδικης απόρριψης (αρ. 20), μειώνει ακόμη περισσότερο τις προθεσμίες εξέτασης των αιτήσεων των κρατουμένων (αρ. 50), ενώ προβλέπει, παρά τις ενστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τη λειτουργία Κλειστών Ελεγχόμενων Δομών Νήσων (μάλλον κατά την ορολογία του υπουργού «Multi – Purpose Centres»).
Στο πλαίσιο αυτό κινείται και ο εξοβελισμός κατ’ ουσία της χρήσης εναλλακτικών μέτρων, που, τουλάχιστον κατά τον νόμο, θα έπρεπε να είχαν προτεραιότητα έναντι της κράτησης προς επιστροφή (αρ. 50), όπως επίσης και η κατάργηση της δυνατότητας των επιτροπών να παραπέμψουν, μετά την απόρριψη αίτησης, για εξέταση της δυνατότητας χορήγησης αδείας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους (αρ. 60), ένα μέτρο – διέξοδος της υπάρχουσας νομοθεσίας σε υπέρτερες υποχρεώσεις ανθρωπιστικού χαρακτήρα, όπως των λόγων υγείας.