Ο ΔΙΠΛΟΣ ΔΙΣΚΟΣ «GREEK MUSE»
Προϊόν μακράς, γόνιμης συνεργασίας (2015, 2019, 2020) της υψιφώνου Μυρσίνης Μαργαρίτη με την πιανίστρια Εφη Αγραφιώτη είναι ο προτεινόμενος διπλός δίσκος με τίτλο «Greek Muse» που περιλαμβάνει 34 τραγούδια συνθετριών γεννημένων και μεγαλωμένων στην Ελλάδα ή με ελληνικές καταβολές. Η παρέλαση των ονομάτων είναι μακρά και εντυπωσιακή, κάποτε δε ηχεί έως και εξωτική. Υποθέτω για οικονομία χώρου, είτε πρόκειται για βέρες Ελληνίδες είτε για μέλη της ιστορικής ελληνικής διασποράς, όλων τα ονόματα είναι γραμμένα με λατινικά γράμματα˙ τα μεταγράφω στα ελληνικά: Ρένα Κυριακού (1917-1994), Μάνσι Μπαρμπέρις (1899-1986), Λίλα Λαλαούνη (1918-1996), Βιβιέν Λαμπελέτ (1903-1963), Λίντα-Ιωάννα Κουβαρά (γενν. 1960), Μαριώ Φοσκαρίνα-Δαμασκηνού (1850-1921), Κλεονίκη Γενναδίου (1830-1910), Μαρία Ταμπάν-Κεφαλιάδη (1863-1932), Ροντίκα Λουτσία Σούτζου (1913-1979), Ελένη Λαμάρη (1878-1912), Ελένη Λαμπίρη (1888-1960), Βασιλική Φιλιππαίου (γενν. 1954), Μαρία Καλογρίδου (1921-2001), Ιρμα Κολάση (1912-2012), Λένα Πλάτωνος (γενν. 1951).
Μέσα από μουσικολογικές έρευνες και συναυλιακές παρουσιάσεις στις οποίες έχουν κατά καιρούς συνεισφέρει και άλλοι, είτε λόγω της δράσης τους στη μουσική ζωή ως ερμηνευτριών, κάποιες από αυτές τις συνθέτριες είναι γνωστές τουλάχιστον στους φιλόμουσους˙ άλλες είναι ολότελα άγνωστες. Κατά τούτο, λοιπόν, και όχι μόνον, η έκδοση είναι πολύτιμη και ευπρόσδεκτη καθώς συνεισφέρει την παρθενική τους εγγραφή στο πεδίο –έστω– της ψηφιακής μουσικής ζωής. Αναμφίβολα θα είχε εξαιρετικό και πολυδιάστατο ενδιαφέρον να μάθουμε περισσότερα γι’ αυτές. Το χρονικό εύρος στο οποίο απλώνονται τα τραγούδια τους και, συνεπώς, το ύφος και οι αναφορές της μουσικής τους γλώσσας ξεκινούν από τα μέσα του 19ου αιώνα και φτάνουν ώς τα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Ανάλογα με την προσωπική καλλιέργεια και τις κλίσεις καθεμιάς, τον πολιτιστικό περίγυρο και το πλαίσιο δυνατοτήτων που παρείχε η ζωή τους, τα τραγούδια τους απηχούν κυρίως το περιβάλλον όπου έζησαν και δημιούργησαν: Ελλάδα του ώριμου 19ου αιώνα, του Μεσοπολέμου και των μεταπολεμικών χρόνων, Αγγλία του Μεσοπολέμου, Παρίσι του 19ου αιώνα, Ρουμανία του Μεσοπολέμου, Αυστραλία των τελευταίων δεκαετιών…
Αυτό, ωστόσο, που αναδύεται ως κύριο χαρακτηριστικό της γραφής τους είναι ότι, αποκλεισμένες (ή και απαλλαγμένες) λόγω φύλου από το πιεστικό και ενίοτε στρεβλωτικά ιδεοληπτικό άχθος του δύσκολου αγώνα παραγωγής «εθνικού» μουσικού πολιτισμού, στον οποίο αναπόδραστα ενεπλάκησαν μείζονες άρρενες μουσικοί δημιουργοί, όπως ο Καλομοίρης και άλλοι, οι συνθέτριες των τραγουδιών της έκδοσης γράφουν πρωτίστως για να εκφράσουν αβίαστα τον ψυχικό τους κόσμο σε μουσικές γλώσσες που αγνοούν την «εθνική» στράτευση. Γερμανοαυστριακού στίγματος καλλιεργημένος λυρισμός α λα Ρίχαρντ Στράους και όχι μόνον, ευγένεια κεντροευρωπαϊκής μουσικής σαλονιού και γαλλικός αισθησιασμός αναδύονται αδιαμεσολάβητα και ενίοτε μόνο φιλτράρονται μέσα από το ιδιαίτερης κλίμακας νοσταλγικό συναίσθημα που θα αναγνωρίζαμε ως του ελληνικού Μεσοπολέμου. Αναμφίβολα εδώ δύσκολα προτάσσει κανείς αντικειμενικές τεκμηριώσεις, όπως επίσης δύσκολα ισορροπεί στο όριο του μελοδραματικού˙ κάτι που οι δύο ερμηνεύτριες του δίσκου, ωστόσο, αποφεύγουν. Συχνά είναι προφανές ότι η όποια «ελληνικότητα» περιορίζεται στην ελληνική καταγωγή του ονόματος…
Συνοδευόμενη με ακρίβεια και εγρήγορση από την Αγραφιώτη, η Μαργαρίτη αποδίδει τα 34 τραγούδια με φωτεινή, λαμπερή φωνή, τεχνική άνεση και ακρίβεια, τραγουδώντας σε πέντε διαφορετικές γλώσσες: γερμανικά, γαλλικά, ρουμανικά, αγγλικά, ελληνικά. Τα τραγούδια έχουν παρουσιαστεί ζωντανά από τις ίδιες στην αίθουσα συναυλιών του Ωδείου Αθηνών στο πλαίσιο συναυλιών τον Φεβρουάριο του 2019 και του 2020. Η ηχογράφηση έχει γίνει στην ίδια αίθουσα. Ευτυχώς, χάρη στην τέχνη του ηχολήπτη, η επίδραση της προβληματικής ακουστικής του συγκεκριμένου χώρου, παρ’ ότι παραμένει αισθητή, δεν υπονομεύει την ποιότητα της ακρόασης. Προσωπικά απόλαυσα ολόψυχα τη μουσική της έκδοσης αυτής αντλώντας βαθιά ευχαρίστηση σε πολλά επίπεδα: μουσικά, ερμηνευτικά, γνωστικά, συγκινησιακά. Καθώς οι ουσιαστικές και αξιοπρεπείς δισκογραφικές εκδόσεις με τραγούδια Ελλήνων δημιουργών σοβαρής μουσικής ήσαν ανέκαθεν –και παραμένουν– σπάνιες, το κριτήριο του φύλου προβάλλει μάλλον έλασσον. Αλλά ας μην μπλέξουμε, μέρες που ’ναι, με την αστυνομευτική καταδιωκτική μανία των θιασωτών του politically correct. Αντ’ αυτού ας απολαύσουμε αυτό που μας δίδεται για αυτό που είναι: ένα γενναιόδωρο, περιπετειώδες ταξίδι μουσικών εντυπώσεων και μύχιων εκμυστηρεύσεων στο απροσδιόριστων ορίων πέλαγος των ελληνικών καταβολών.