Μειώσεις μισθών που φθάνουν αθροιστικά στο 20% για την περίοδο 2010-2013 υπέστησαν οι εργαζόμενοι στον κλάδο του τουρισμού – επισιτισμού σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάσθηκαν κατά τη διάρκεια διήμερης συνάντησης εργασίας που πραγματοποιήθηκε στη Ρόδο από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Στη συνάντηση με αντικείμενο την ανάδειξη των ζητημάτων του κλάδου του τουρισμού – επισιτισμού με ιδιαίτερη έμφαση στα προβλήματα και τις προοπτικές για το εργατικό δυναμικό και την οικονομία αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η συνεισφορά του κλάδου τουρισμού – ταξιδίων στο ΑΕΠ είναι η υψηλότερη ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ. Ειδικότερα τονίσθηκε ότι οι άμεσες και οι έμμεσες επιδράσεις στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή η συμβολή του συγκεκριμένου κλάδου στο ΑΕΠ, εκτιμώνται κοντά στο 17,5%. Αντίστοιχα, η συμβολή του κλάδου στη συνολική απασχόληση πλησιάζει στο 19%.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο η περαιτέρω ενίσχυση του τουρισμού – επισιτισμού θα μπορούσε να ενεργοποιήσει ένα σύνολο οικονομικών δραστηριοτήτων με σημαντικό αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Ωστόσο, σημειώνει ότι ο κλάδος εμφανίζει σημαντικό έλλειμμα στα ποιοτικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του στο σύνολο του εργατικού δυναμικού που απασχολείται σε αυτόν. Ενδεικτικά αναφέρει τη σημαντική συρρίκνωση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, την επέκταση των ατομικών συμβάσεων εργασίας, τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, τις εκτεταμένες υπερβάσεις του χρόνου εργασίας, τα ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά αδήλωτης και κυρίως ψευδώς δηλωμένης εργασίας, τις μειώσεις μισθών, τη μη καταβολή αμοιβής πρόσθετης απασχόλησης όπως και την εισφοροδιαφυγή και τη φοροδιαφυγή.
Το Ινστιτούτο, μεταξύ άλλων, προτείνει τον άμεσο ανασχεδιασμό των πολιτικών της πρακτικής άσκησης και της μαθητείας, η υλοποίηση των οποίων οφείλει να είναι συμβατή με τους επίσημους ορισμούς τους και σύμφωνη με τα οριζόμενα στα διεθνή και ευρωπαϊκά κανονιστικά κείμενα. Επιπλέον, θεωρεί ότι η πρακτική άσκηση και η μαθητεία για να είναι αποτελεσματικές οφείλουν να λειτουργούν υπέρ της διασφάλισης της εργασίας και της προστασίας των πρακτικά ασκούμενων – μαθητευόμενων.
Κατά το Ινστιτούτο, οι μέχρι σήμερα εφαρμογές τους λειτουργούν υπέρ της υποκατάστασης και αντικατάστασης της εργασίας, της διαμόρφωσης μιας παράλληλης αγοράς εργασίας με ανασφάλιστες, πολύ χαμηλές αμοιβές, όχι μόνο άνισες αλλά και δυσμενέστατες συνθήκες για τους πρακτικά ασκούμενους – μαθητευόμενους διαμορφώνοντας συνθήκες πολιορκητικού κριού για την εργασία στον κλάδο.
Παράλληλα, το Ινστιτούτο προτείνει την ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση των Σχολών του υπουργείου Τουρισμού ως βασικού πυλώνα για την ανάπτυξη γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού στον κλάδο του τουρισμού. Επιπροσθέτως το Ινστιτούτο ζητεί την αποκατάσταση και ενίσχυση των παροχών κοινωνικής ασφάλειας στους εργαζόμενους και τους ανέργους στον τουρισμό και τον επισιτισμό.