Κατά το άρθρο 655 ΑΚ, επί σύμβασης εργασίας, όταν δεν υπάρχει σχετική συμφωνία ή συνήθεια, ο μισθός καταβάλλεται μετά την παροχή της εργασίας και, αν υπολογίζεται κατά ορισμένα διαστήματα κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καταβάλλεται στο τέλος καθενός από αυτά. Σε κάθε περίπτωση μόλις λήξει η σύμβαση, γίνεται απαιτητός ο μισθός που αντιστοιχεί στο χρόνο έως τη λήξη.
Επομένως σύμφωνα με τα παραπάνω, η δήλη (τελευταία) ημέρα καταβολής των αποδοχών στον εργαζόμενο που αμείβεται με μηνιαίο μισθό, είναι η τελευταία ημέρα του μήνα μέσα στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία.
Σύμφωνα με το άρθρο 12 της 95 Δ.Σ.Ε που κυρώθηκε με τον Ν.3248/1955, οι αποδοχές καταβάλλονται στον εργαζόμενο κατά κανονικά χρονικά διαστήματα, εκτός αν υφίστανται ικανοποιητικές συμφωνίες που εξασφαλίζουν την καταβολή των αποδοχών κατά κανονικά χρονικά διαστήματα.
Λαμβάνοντας υπόψη την γενική αρχή του εργατικού δικαίου που συνάγεται από τα άρθρα 3, 174,178,179 και 679 του ΑΚ, 8 του Ν.2112/1920, 5 παρ.1 του ΑΝ 539/1945, 8 παρ.4 του ΝΔ 4020/1959, 8 του Ν.2336/1995 και 7 παρ.2 του Ν. 1876/1990, ακόμη και να υπάρχει σχετική συμφωνία για την ημερομηνία καταβολής των αποδοχών, αν η συμφωνία αυτή καθορίζει τέτοια ημερομηνία που στην ουσία ισοδυναμεί με παραίτηση ή περιέχει στοιχεία παραίτησης του μισθωτού (π.χ άφεση χρέους) από τις νόμιμες αξιώσεις του σχετικά με τον μισθό, είναι άκυρη.