Δημευτικό χαρακτήρα έχει λάβει πλέον η φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, καθώς ολοένα και περισσότεροι Έλληνες αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να διατηρήσουν στην κατοχή τους τα σπίτια και ακίνητα που απέκτησαν με μεγάλη δυσκολία. Εδώ και περισσότερα από πέντε χρόνια οι φορολογούμενοι πληρώνουν με μεγάλη δυσκολία τους φόρους που έχουν επιβληθεί στην ακίνητη περιουσία. Από το ΕΕΤΗΔΕ, η διαφορετικά το «χαράτσι της ΔΕΗ», το μετέπειτα ΕΕΤΑ και σήμερα τον σκληρότερο ΕΝΦΙΑ που εφαρμόστηκε από τη θέσπιση του, οι φορολογούμενοι έχουν πληρώσει περισσότερα από 15 δισ. ευρώ. Αρκετοί είναι αυτοί που έχουν αναγκαστεί να παραχωρήσουν τα ακίνητα τους στο δημόσιο εξαιτίας των χρεών τους προς αυτό, άλλοι τα εκποίησαν έναντι πινακίου φακής, ενώ πλέον η εφορία προχωρά με απίστευτα γρήγορους ρυθμούς στην κατάσχεση των ακινήτων που διαθέτουν οι πολίτες συνεπεία της αδυναμίας τους να πληρώσουν τους πολλαπλούς φόρους που τους έχουν επιβληθεί.
Με μαθηματική ακρίβεια το ελληνικό δημόσιο σε λίγα χρόνια θα γίνει ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων στη χώρα καθώς πληθαίνουν χρόνο με τον χρόνο οι ιδιοκτήτες που δεν μπορούν να πληρώσουν τον ΕΝΦΙΑ. Έναν φόρο που όπως προαναφέρθηκε έχει δημευτική λογική και σε καμία περίπτωση δεν είναι ανταποδοτικός, όπως άλλωστε οι περισσότεροι φόροι που επιβάλλονται σήμερα.
Αν και ο ΕΝΦΙΑ, σύμφωνα με το liberal.gr, ήταν μέχρι πέρυσι από τους υψηλότερους σε εισπραξιμότητα φόρους με ποσοστό που έφθανε μάλιστα το 85%, σήμερα έχει συρρικνωθεί σημαντικά και είναι αβέβαιο εάν το ελληνικό δημόσιο θα καταφέρει να επιτύχει το στόχο για είσπραξη 2,65 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι για να εισπραχθεί το ποσό αυτό επιβάλλονται σημαντικά υψηλότεροι φόροι στους φορολογούμενους που φθάνουν τα 3,2 δισ. ευρώ ετησίως. Όσο, όμως, το εισπράξιμο ποσό πέφτει τόσο θα πρέπει να αυξάνονται οι φόροι στην ακίνητη περιουσία. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύ κοντά το διάστημα που οι φορολογούμενοι οι οποίοι μέχρι σήμερα κατόρθωναν να πληρώσουν αυτόν τον ληστρικό φόρο, να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους. Αμέσως μετά η εφορία, η οποία σύμφωνα και με τις δηλώσεις του γενικού γραμματέα δημοσίων εσόδων έχει ήδη προχωρήσει σε περίπου 865.000 κατασχέσεις από την αρχή του έτους, θα προχωρήσει στην κατάσχεση του ακινήτου, και εφόσον τα καταφέρει στον πλειστηριασμό του. Τα μικρότερα έσοδα του ΕΝΦΙΑ σε σχέση με τον στόχο αποτελούν μια διαχρονική παραδοχή ότι τον συγκεκριμένο φόρο οι πολίτες, και ειδικά οι μικρομεσαίοι ιδιοκτήτες, θα τον πληρώσουν πολύ ακριβά στο μέλλον με τις περιουσίες τους.
Ήδη η πραγματική αξία των ακινήτων έχει μειωθεί δραματικά δεδομένου ότι οι ιδιοκτήτες ακινήτων αναγκάζονται να πωλήσουν τα σπίτια τους σε πολύ χαμηλές τιμές για να πληρώσουν τους φόρους τους. Είναι εντυπωσιακό ότι σήμερα μπορείς να βρεις διαμέρισμα 80 τ.μ. στην Αθήνα με 15.000 ευρώ.
Αντί η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να επιχειρήσει να αντλήσει μέρος από τα 2,65 δισ. ευρώ από άλλες πηγές όπως για παράδειγμα από την περιστολή των κρατικών δαπανών και τον περιορισμό του δημοσίου τομέα, αύξησε φέτος τον ΕΝΦΙΑ επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο τους ιδιοκτήτες ακινήτων. Ένα επίσης εντυπωσιακό δείγμα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι κατάργησε την έκπτωση του 20% στα κενά και μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα. Και σαν μην έφθανε αυτό αύξησε και τον φόρο για τα εισοδήματα που προκύπτουν από την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι περίπου το 35% των ιδιοκτητών ή συνολικά 2,2 εκατ. φυσικά και νομικά πρόσωπα, θα κληθούν φέτος να πληρώσουν υψηλότερους φόρους.
Είναι λοιπόν σχεδόν βέβαιο ότι φέτος το δημόσιο θα υποστεί μεγάλη ζημιά καθώς πολλοί θα είναι αυτοί που θα αφήσουν απλήρωτο τον ΕΝΦΙΑ, όπως απλήρωτο άφησε περίπου το 20% των φορολογούμενων την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος.
Κατά τα άλλα ενόσω οι φορολογούμενοι θα πληρώνουν την πρώτη δόση του φόρου ακινήτων, ο πρωθυπουργός θα επιχειρήσει από το βήμα της ΔΕΘ να ανακοινώσει (ξανά) την «κατάργηση» του ΕΝΦΙΑ και τη θέσπιση ενός νέου δικαιότερου ενιαίου φόρου για τα ακίνητα.
Ωστόσο, αυτό που θα πρέπει να κάνει ο πρωθυπουργός είναι βρει τρόπο να μεταφέρει τα φορολογικά βάρη των ακινήτων σε άλλες πηγές. Θα μπορούσε να ασχοληθεί για παράδειγμα με την κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος και με τον μόνιμο ασθενή που δεν είναι άλλος από την κρατική μηχανή.