Ως γνωστόν η οικονομική κρίση και η ανάγκη ευρέσεως εργασίας έχουν οδηγήσει πολλές χιλιάδες Έλληνες να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό, συχνά αφήνοντας πίσω τους τον/τη σύζυγο και την οικογένειά τους. Οι φορολογούμενοι αυτοί υπέβαλαν αιτήματα αλλαγής φορολογικής κατοικίας, προκειμένου να εγγραφούν ως κάτοικοι εξωτερικού ώστε να μη φορολογούνται και στην Ελλάδα για το εισόδημά τους από την εργασία τους στην αλλοδαπή.
Σε τέτοιες περιπτώσεις επισημαίνει η "Καθημερινή" οι φορολογικές αρχές απέρριπταν τα αιτήματα αλλαγής φορολογικής κατοικίας του ενός συζύγου, με το επιχείρημα ότι τα ζωτικά του συμφέροντα, ήτοι οι προσωπικοί ή οικονομικοί ή κοινωνικοί δεσμοί του εξακολουθούν να παραμένουν στην Ελλάδα (άρθρο 4 του ΚΦΕ).
Την πρακτική αυτή ήρθε να ανατρέψει με μία πρόσφατη απόφασή της η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ), η οποία έκανε δεκτή την ενδικοφανή προσφυγή φορολογούμενου για τη μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στο εξωτερικό, και ταυτόχρονα τη χωριστή υποβολή δήλωσης με τη σύζυγό του.
Η απόφαση της ΔΕΔ επικαλείται, και πολύ ορθά, στο σκεπτικό της την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 1445/2016) με την οποία είχε ερμηνευτεί η έννοια και τα κριτήρια φορολογικής κατοικίας, κάνοντας δεκτό ότι δικαίωμα υποβολής ξεχωριστής δήλωσης δεν έχουν μόνο τα ζευγάρια που αποφασίζουν να τερματίσουν τον γάμο τους αλλά και εκείνα στα οποία ο/η σύζυγος είναι φορολογικός κάτοικος του εξωτερικού.
Το σκεπτικό των παραπάνω αποφάσεων του ΣτΕ αντανακλά τις κοινωνικές και ηθικές αντιλήψεις και τάσεις της σύγχρονης εποχής, σύμφωνα με τις οποίες η χωριστή κατοικία των συζύγων είναι νοητή. Με άλλα λόγια, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο αναγνώρισε ρητά τη δυνατότητα ενός ζεύγους να έχει χωριστή φορολογική κατοικία, αναγνωρίζοντας και την οικονομική συγκυρία των τελευταίων ετών, η οποία ανάγκασε χιλιάδες Ελληνες να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό.
Η πρόσφατη απόφαση της ΔΕΔ είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί κρίνει αυτό καθεαυτό το ζήτημα της δυνατότητας μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας του ενός μόνο συζύγου στο εξωτερικό, η οποία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετέπειτα υποβολή χωριστής φορολογικής δήλωσης.
Πώς γίνεται η αλλαγή
Πρακτικά, προκειμένου ένας φορολογικός κάτοικος Ελλάδας να μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό θα πρέπει να υποβάλει στην τοπική ΔΟΥ, στην οποία ανήκει, σχετική αίτηση καθώς και δικαιολογητικά έγγραφα από τα οποία να προκύπτει η μετεγκατάστασή του. Η αίτηση πρέπει να γίνει μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου του έτους, το οποίο ακολουθεί το έτος της μετεγκατάστασης, ενώ τα λοιπά δικαιολογητικά μπορούν να υποβληθούν αργότερα, εντός του πρώτου δεκαημέρου του μηνός Σεπτεμβρίου. Για παράδειγμα εάν κάποιος θέλει να μεταβάλει τη φορολογική του κατοικία για το έτος 2017, θα πρέπει να υποβάλει τη σχετική αίτηση μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 2018.
Τα δικαιολογητικά τα οποία απαιτούνται περιλαμβάνουν κυρίως πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας της χώρας, στην οποία έγινε η μετεγκατάσταση, ή (εάν δεν υπάρχει πιστοποιητικό) βεβαίωση φορολογικής κατοικίας, ή αντίγραφο της εκκαθάρισης ή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, η οποία υπεβλήθη στην άλλη χώρα, σύμβαση εργασίας, συμφωνητικό μίσθωσης κατοικίας κ.λπ. Στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν εργάζεται στο εξωτερικό (ως μισθωτός ή ως ελεύθερος επαγγελματίας) προσκομίζεται βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή από την οποία να προκύπτει η συνήθης διαμονή του.
Η αρμόδια ΔΟΥ οφείλει να αποφανθεί εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κατάθεση των δικαιολογητικών. Σε περίπτωση που η αίτηση μεταβολής φορολογικής κατοικίας γίνει αποδεκτή ο φορολογούμενος μεταφέρεται στη ΔΟΥ Κατοίκων Εξωτερικού. Εάν αντίθετα η αίτησή του απορριφθεί, έχει δικαίωμα να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή και περαιτέρω να προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια.