Ενα παράθυρο ελπίδας άνοιξε η διάταξη που προστέθηκε στον νέο νόμο (4336/15) για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και προβλέπει 18μηνη «παύση» πληρωμής της οφειλής και στη συνέχεια ολοσχερή διαγραφή της, με την προϋπόθεση ότι μέσα στο επίμαχο χρονικό διάστημα δεν θα έχει αλλάξει η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη.
Η απόφαση, με αριθμό 11/2016, η οποία εκδόθηκε από το Ειρηνοδικείο Αγρινίου, «πάτησε» πάνω στη διάταξη και έδωσε ανάσα σε 45χρονη οφειλέτη, η οποία είναι μακροχρόνια άνεργη και δεν έχει κανένα περιουσιακό στοιχείο, εκτός από ένα παλιό αυτοκίνητο 990 κυβικών, τις πινακίδες και την άδεια του οποίου έχει ήδη καταθέσει στη ΔΟΥ της περιοχής της.
Η γυναίκα κατέφυγε στη Δικαιοσύνη, αφού δεν μπορούσε να εξοφλήσει ένα δάνειο 20.000 ευρώ που είχε πάρει, καθώς από το 2010 σταμάτησε να εργάζεται στο περίπτερο που διατηρούσε επί δύο χρόνια, ενώ δεν λάμβανε πλέον και το επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ. Η οφειλέτρια με την αίτησή της δήλωσε αδυναμία εξόφλησης της δανειακής της υποχρέωσης και υπαγωγή της στον «νόμο Κατσέλη», κρίνοντας ότι πληροί τις προϋποθέσεις για ένταξη στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου.
Εξάλλου, η μόνη της... περιουσία ήταν το γεγονός ότι ήταν συνδικαιούχος σε τραπεζικό λογαριασμό του πατέρα της, στον οποίο κατατίθεται η σύνταξή του και δεν έχει κανένα άλλο εισόδημα.
«Πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της αιτούσης με σκοπό την απαλλαγή της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό» απεφάνθη το δικαστήριο, αναφέροντας τι προβλέπει ο νόμος και γιατί συντρέχουν οι προϋποθέσεις στο πρόσωπο της 45χρονης γυναίκας.
Διαγραφή
Τι προβλέπει το άρθρο 5 του νέου νόμου για ολοσχερή διαγραφή:
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης του Ειρηνοδικείου, η οποία παρουσιάζεται στο εξής αναλυτικό ρεπορτάζ του ethnos.gr, οι προϋποθέσεις για να υπαχθεί ένας οφειλέτης στο άρθρο 5 είναι οι εξής:
α) Να μη διαθέτει ακίνητη περιουσία και να μην έχει κάνει καμία κίνηση για διάθεση ακίνητης περιουσίας κατά την τελευταία τριετία πριν από την κατάθεση της αίτησης,
β) τα περιουσιακά του στοιχεία είτε ως δικαιούχου είτε ως συνδικαιούχου, συμπεριλαμβανομένων των καταθέσεων σε πιστωτικά ιδρύματα, να μην υπερβαίνουν σε αξία το ποσό των χιλίων ευρώ,
γ) το ύψος των οφειλών του να μην ξεπερνούν τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων, εξόδων και πάσης φύσεως προσαυξήσεων,
δ) να μην υπάρχουν εμπράγματες εξασφαλίσεις επί του δανείου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο ασφαλισμένοι πιστωτές,
ε) τα πάσης φύσεως εισοδήματα του οφειλέτη καθ' όλη τη διάρκεια του τελευταίου έτους πριν από την ημέρα της επικύρωσης της αίτησης να είναι μηδενικά.
Ο νόμος προβλέπει ότι εφόσον κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής απαλλαγής δεν μεταβληθούν οι παραπάνω προϋποθέσεις και αφού παρέλθει διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών, ο οφειλέτης θα απαλλαχθεί από το υπόλοιπο των χρεών του σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010.
Ωστόσο, ο αιτών οφείλει και υποχρεούται να ενημερώνει οποτεδήποτε καταστεί αναγκαίο, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο ανά τρίμηνο, από την ημερομηνία εκδόσεως της δικαστικής αποφάσεως τη γραμματεία του Ειρηνοδικείου για οποιαδήποτε μεταβολή της προσωπικής περιουσιακής του κατάστασης.
Σε περίπτωση παράβασης αυτής της υποχρέωσης ή σε περίπτωση που παραλείψει να ενημερώσει ειλικρινώς τον φάκελό του σε σχέση με τα στοιχεία που αφορούν την περιουσιακή του κατάσταση και τα πάσης φύσεως εισοδήματά του, τότε με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον ενώπιον του αρμοδίου Ειρηνοδικείου κηρύσσεται έκπτωτος από το καθεστώς προσωρινής απαλλαγής και αίρεται η αναστολή των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων εναντίον του.
Το Ειρηνοδικείο της Αθήνας περιμένει τώρα περίπου 50 ειρηνοδίκες που «βγήκαν» από τον πρόσφατο διαγωνισμό για να βάλει μπροστά την επίσπευση χιλιάδων υποθέσεων που είχαν εισρεύσει στο δικαστήριο και η δικάσιμός τους έφθανε το 2022.
Επίσπευση
Και η Αθήνα «κρατιόταν» καλά, αφού σε άλλα περιφερειακά Ειρηνοδικεία οι ημερομηνίες συζήτησης των υποθέσεων έφθαναν μέχρι το 2030 ή ακόμη και το 2032! Οι ελλείψεις σε δικαστικούς λειτουργούς, σε αίθουσες, αλλά και ο μεγάλος αριθμός των αιτήσεων μπλόκαραν τα δικαστήρια, τα οποία δεν είχαν την υποδομή να δεχθούν τον όγκο των προσφυγών για υπαγωγή στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ο οποίος θέριεψε λίγο πριν από την ψήφιση του νέου νόμου που έκανε δυσκολότερη την ένταξη στον «νόμο Κατσέλη».
Με τις τροποποιήσεις στον «νόμο Κατσέλη» προβλέπεται πλέον ότι το δικαστήριο πρέπει να δικάσει σε δύο μήνες από την κατάθεση της αίτησης την προσωρινή διαταγή και σε συνολικά 4 μήνες οφείλει να έχει εκδώσει την οριστική του απόφαση για την υπαγωγή ή μη στον νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Οπως υπολογίζουν, 10.800 υποθέσεις που είχαν οριστεί να γίνουν την τριετία 2019-2022 θα έρθουν πιο κοντά χρονικά, αφού μόλις σταματήσει η αποχή των δικηγόρων και τα δικαστήρια αρχίσουν να λειτουργούν στους κανονικούς ρυθμούς, θα ανεβαίνουν στην έδρα τρεις συνθέσεις δικαστών με 25 υποθέσεις σε κάθε πινάκιο.